- Ἡρακλείτειος
- Ἡρακλείτειοςof Heraclitusmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ηρακλείτειος — α, ον (Α ἡρακλείτειος, α, ον) 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον φιλόσοφο Ηράκλειτο 2. (το αρσ. πληθ. ως ουσ.) οἱ Ἡρακλείτειοι οι μαθητές και οπαδοί τού Ηρακλείτου. [ΕΤΥΜΟΛ. < Ηράκλειτος + κατάλ. ειος (πρβλ. αισχύλ ειος, αισώπ ειος)] … Dictionary of Greek
Ἡρακλειτείων — Ἡρακλείτειος of Heraclitus fem gen pl Ἡρακλείτειος of Heraclitus masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἡρακλείτειον — Ἡρακλείτειος of Heraclitus masc acc sg Ἡρακλείτειος of Heraclitus neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἡρακλειτείοις — Ἡρακλείτειος of Heraclitus masc/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἡρακλειτείου — Ἡρακλείτειος of Heraclitus masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἡρακλειτείους — Ἡρακλείτειος of Heraclitus masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἡρακλειτείῳ — Ἡρακλείτειος of Heraclitus masc/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἡρακλείτεια — Ἡρακλείτειος of Heraclitus neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἡρακλείτειοι — Ἡρακλείτειος of Heraclitus masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ποσειδώνιος — (Απάμεια, Συρία 135 π.Χ. περίπου – μέσα 1ου αι. π.Χ.). Αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος. Μαθητής του Παναίτιου στην Αθήνα, αφού πραγματοποίησε μεγάλα επιστημονικά ταξίδια, ίδρυσε δική του σχολή στη Ρόδο, στην οποία είχε μαθητές, μεταξύ άλλων, τον… … Dictionary of Greek